Επτάνησα
Ζάκυνθος, Ιθάκη, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Κύθηρα, Λευκάδα, Παξοί.
Περισσότεερα για τα Επτάνησα στην ελληνική βικιπαίδεια.
Παρτιτούρες δημοτικών και λαϊκών τραγουδιών των Επτανήσων
Άγιος Βασίλης έρχεται
(πρωτοχρονιάτικα κάλαντα Κεφαλονιάς) Άγιος Βασίλης έρχεται, Γενάρης ξημερώνει, ο μήνας που μας έρχεται το χρόνο φανερώνει, τρα, λα, λα, λα… Την άδεια γυρεύουμε στο σπίτι σας να μπούμε, τον Άγιο με όργανα και με φωνές να πούμε, τρα, λα, λα, λα… Εκοίταξα στον ουρανό και είδα δυο λαμπάδες, και με το καλωσόρισμα καλές σας εορτάδες, τρα, λα, λα, λα… Και πάλι ξανακοίταξα και είδα δυo στεφάνια και με το καληνύχτισμα καλά σας Θεοφάνεια, τρα, λα, λα, λα… • Άγιος Βασίλης έρχεται ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Από τ' άλφα θε' ν' αρχίσω Το αλφαβητάρι της αγάπης Α’ μωρέ, από τ’ άλφα θε’ ν’ αρχίσω, από τ’ άλφα θε’ ν’ αρχίσω κόρη μου να σ’ αγαπήσω. Βή’ μωρέ, βήτα, βέβαια σου λέω, βήτα, βέβαια σου λέω πως για σε πονῶ και κλαίω. Γά’ μωρέ, γάμα, στείλε μου ένα γράμμα, γάμα, στείλε μου ένα γράμμα για να κοιμηθούμ’ αντάμα. Δε’ μωρέ, δέλτα, δεν στο φανερώνω, δέλτα, δεν στο φανερώνω της καρδούλας μου τον πόνο. Ε’ μωρέ, εψηλό μου κυπαρίσι, εψηλό μου κυπαρίσι, ποιος θα σε κορφολογήσει. Ζη’ μωρέ, ζήτα, ζώνουμε στα φίδια, ζήτα, ζώνουμε στα φίδια για τα δυο σου μαύρα φρύδια. Η’ μωρέ, ήτα, ή εσένα θέλω, ήτα, ή εσένα θέλω, ή καλόγερος θα γένω. Θη’ μωρέ, θήτα, ανθεῖς και λουλουδίζεις, θήτα, ανθείς και λουλουδίζεις και τον κόσμονε βουρλίζεις. Γιω’ μωρέ γιώτα, γίνομαι γιοφύρι, γιώτα γίνομαι γιοφύρι να περνάει το τζουβαΐρι. Κα’ μωρέ κάπα, πώς μου καμαρώνεις, κάπα, πώς μου καμαρώνεις, το κορμί σου όταν ισιώνεις. Λα’ μωρέ λάμδα, λάβδανο δεν πιάνει, λάμδα, λάβδανο δεν πιάνει, τ’ άρωμα σου δεν το φτάνει. Μι, μωρέ, μη μ’ αφήνεις ν’ αρρωσταίνω, μη μ’ αφήνεις ν’ αρρωσταίνω, στο κρεβάτι να πεθαίνω. Νι, μωρέ, νύχτα θα ’ρθω να σε κλέψω, νύχτα θα ’ρθω να σε κλέψω, την καρδιά μου να γιατρέψω. Ξι, μωρέ, ξύπνιος μένω εγώ τα βράδια, ξύπνιος μένω εγώ τα βράδια για ένα-δυο δικά σου χάδια. Ο’ μωρέ, όταν βγαίνεις στην αυλή σου, όταν βγαίνεις στην αυλή σου, όλοι οι άγγελοι ειν’ μαζί σου. Πι, μωρέ, πίσω όλοι τους κοιτάνε, πίσω όλοι τους κοιτάνε ότ’ αυτοί σε προσπερνάνε. Ρο, μωρέ, πρώτα ρώτα με και μένα, πρώτα ρώτα με κι εμένα τι τραβάω εγώ για σένα. Σι’ μωρέ, σημασία αν μου δώσεις, σημασία αν μου δώσεις την καρδούλα μου θα λιώσεις. Ταφ, μωρέ, τάφο πάω εγώ ν’ ανοίξω, τάφο πάω εγώ ν’ ανοίξω, τό κορμί μου να το ρίξω. Υ’ μωρέ Ύψιστέ μου κάμε θάμα, Ύψιστέ μου κάμε θάμα να μη καρφωθώ με κάμα. Φι, μωρέ, φίλησέ με για να γιάνω, φίλησέ με για να γιάνω, τον καημό μου να γλυκάνω. Χι, μωρέ χι, να μου χυθεί το αίμα, χι, να μου χυθεί το αίμα για ένα ντροπαλό σου βλέμμα. Ψι, μωρέ, ψύλλοι μπαίνουνε στ’ αυτιά μου, ψύλλοι μπαίνουνε στ’ αυτιά μου, έρχονται τα προξενιά μου. Ω, μωρέ ω Θεέ μου τι χαρά μου, ω Θεέ μου τι χαρά μου, τώρα σ’ έχω αγκαλιά μου. τζουβαΐρι = πολύτιμη πέτρα, λέγεται για τα παιδιά λάβδανο = λάδι ἀπό τό φυτό λαδανιά (ή κίστος) • Από τ' άλφα θε' ν' αρχίσω ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Γιαλό γιαλό Εις τον αφρό, εις τον αφρό της θάλασσας η αγάπη μου, η αγάπη μου κοιμάται, παρακαλώ σας κύματα μη μου την εξυπνάτε. Γιαλό, γιαλό πηγαίναμε κι όλο για σένα λέγαμε, γιαλό να πας, γιαλό να 'ρθεις, τα λόγια μου να θυμηθείς. Να χαμηλω’ να χαμηλώναν τα βουνά, να 'βλεπα το, να 'βλεπα το λεβάντε, να 'βλεπα την Κεφαλονιά και το ωραίο Τζάντε. Γιαλό, γιαλό πηγαίναμε… Κέρκυρα και, Κέρκυρα και Κεφαλονιά, Ζάκυνθος και, Ζάκυνθος και Λευκάδα, αυτά τα τέσσερα νησιά στολίζουν την Ελλάδα. Γιαλό, γιαλό πηγαίναμε… • Γιαλό γιαλό ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Κελαηδήστε ωραία μου πουλάκια Kελαηδήστε, ωραία μου πουλάκια, κελαηδήστε, τον ωραίο σας σκοπό, κελαηδήστε, τραγουδήστε, τον ωραίο σας σκοπό. Mάθετέ με, ωραία μου πουλάκια, μάθετέ με, σαν κι εσάς να τραγουδώ, και τον πόνο μου να ψάλλω εις τη νέα π’ αγαπώ. Η καρδιά μου, η καρδιά μου όταν κλείσει δεν ανοίγει, δεν ανοίγει με κλειδιά, μον’ ανοίγει με τραγούδια, με κιθάρες, μαντολίνα και βιολιά. • Κελαηδήστε ωραία μου πουλάκια ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ |
Πέρδικα
Δω σ' αυτή τη γειτονιά την παραπάνω ρούγα τη φωλιά της έχτισε μια πέρδικα μικρούλα, πώς ήθελα πολύ να την παινέψω, με λουλούδια του Mαγιού στεφάνια να της πλέξω, μα τούτ' είναι παινεμένη και ξακουστή, όπου πάει κι όπου γυρίσει κι όπου σταθεί, πέρδικα μικρή που 'σαι η μόνη ξακουσμένη, και μες στο χωριό είσαι η μόνη ζηλεμένη, έλα εδώ για να σου πω γλυκά πόσο εγώ σε αγαπώ τρελά. Kι αν σ' αυτή τη γειτονιά απλώνω τη φτερούγα και το σπίτι μου έστησα στην παραπάνω ρούγα, μα δεν μπορείς εσύ να με πλανέψεις, με στεφάνια του Mαγιού γλυκά να με παινέψεις, γιατί εγώ είμαι παινεμένη και ξακουστή, όπου πάω κι όπου γυρίσω και ζηλευτή. Πέρδικα μικρή, πέρδικά μου πλουμισμένη, και στη γειτονιά που 'σαι η μόνη ζηλεμένη, έλα δυο λόγια να σου πω γλυκά, πως σ' αγαπώ στο λέω μυστικά. • Πέρδικα ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Ετίναξε την ανθισμένη αμυγδαλιά στίχοι Γεώργιος Δροσίνης Ετίναξε την ανθισμένη αμυγδαλιά, με τα χεράκια της κι αγέμισε από τ’ άνθη η πλάτη, η αγκαλιά και τα μαλλάκια της. Aχ, χιονισμένη σαν την είδα την τρελή, γλυκά τη φίλησα, της τίναξα όλα τ’ άνθη από την κεφαλή κι έτσι της μίλησα. Tρελή, να φέρεις στα μαλλιά σου τη χιονιά, τι τόσο βιάζεσαι; Mόνη της θα ’ρθει η άγρια βαρυχειμωνιά, δεν το στοχάζεσαι. Tου κάκου τότε θα θυμάσαι τα παλιά, τα παιχνιδάκια σου, σκυφτή γριούλα με τα κάτασπρα μαλλιά και τα γυαλάκια σου. • Ετίναξε την ανθισμένη αμυγδαλιά ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ Η ξανθούλα στίχοι Διονύσιος Σολωμός Tην είδα την ξανθούλα, τήν είδα ψες αργά, που εμπήκε στη βαρκούλα να πάει στην ξενιτιά, εφούσκωνε τ’ αγέρι λευκότατα πανιά, ωσάν το περιστέρι που απλώνει τα φτερά. Εστέκονταν οι φίλοι με λύπη με χαρά κι αυτή με το μαντήλι τους αποχαιρετά, και το χαιρετισμό της εστάθηκα νά ιδώ, ώσπου η πολλή μακρότης μου το ’κρυψε κι αυτό. Σ’ ολίγο, σ’ ολιγάκι δεν ήξευρα νά ’πω αν έβλεπα πανάκι ή του πελάγου αφρό, κι αφού πανί, μαντήλι εχάθη στο νερό, εδάκρυσαν οι φίλοι, εδάκρυσα κι εγώ. • Η ξανθούλα ΠΑΡΤΙΤΟΥΡΑ |